Αποδοχή από τους συνομήλικους σε παιδιά και έφηβους

Ο όρος «αποδοχή από τους συνομηλίκους» (peer acceptance) αναφέρεται στο βαθμό που ένα παιδί ή έφηβος γίνεται κοινωνικά αποδεκτός από τους συνομηλίκους του. Περιλαμβάνει το επίπεδο της δημοφιλίας μεταξύ των συνομηλίκων αλλά και την ευκολία με την οποία τα παιδιά και οι έφηβοι μπορούν να ξεκινήσουν και να διατηρήσουν ικανοποιητικές κοινωνικές σχέσεις με τους συνομηλίκους τους.

Στη σχολική ηλικία παράγοντες όπως η σωματική ελκυστικότητα, τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά και τα ελλείμματα /αναπηρίες, επηρεάζουν σημαντικά το επίπεδο της αποδοχής από τους συνομηλίκους. Ο βαθμός της κοινωνικής ικανότητας του παιδιού/εφήβου είναι ο καλύτερος προγνωστικός παράγοντας της αποδοχής του από τους συνομηλίκους. Οι ομάδες συνομηλίκων, ειδικά στην εφηβεία, βασίζονται συχνά σε αθλητικά, κοινωνικά ή ακαδημαϊκά χαρακτηριστικά και ικανότητες, σε διακρίσεις φυλής, εθνικότητας και κοινωνικής τάξης, καθώς και σε έξεις όπως η χρήση ουσιών και η παραβατικότητα.

Τα μικρότερα παιδιά που είναι δημοφιλή ή αποδεκτά από τους συνομηλίκους έχουν λιγότερα προβλήματα στο γυμνάσιο, ενώ και οι έφηβοι που είναι αποδεκτοί έχουν λιγότερα προβλήματα στο συναίσθημα και την κοινωνική προσαρμογή στην ενήλικη ζωή. Τα αποδεκτά από τους συνομηλίκους παιδιά μπορεί να είναι ντροπαλά ή διεκδικητικά, αλλά συχνά έχουν καλά ανεπτυγμένες κοινωνικές και επικοινωνιακές δεξιότητες.

Τα παιδιά και οι έφηβοι που γίνονται αποδεκτά από τους συνομηλίκους έχουν την τάση να λειτουργούν με τους ακόλουθους τρόπους:

  • Ερμηνεύουν σωστά τη γλώσσα του σώματος των άλλων παιδιών ή εφήβων και τον τόνο της φωνής τους. Τα συμπαθή από τους συνομηλίκους τους παιδιά μπορούν να διακρίνουν λεπτές αποχρώσεις στα συναισθήματα.
  • Ανταποκρίνονται απευθείας στις δηλώσεις και στις χειρονομίες των άλλων παιδιών. Συνήθως χρησιμοποιούν τα ονόματα των άλλων όταν τους απευθύνονται, κάνουν βλεμματική επαφή και χρησιμοποιούν το άγγιγμα για να τραβήξουν την προσοχή τους.
  • Δίνουν εξηγήσεις για τις δικές τους δηλώσεις, χειρονομίες και πράξεις. Για παράδειγμα θα εξηγήσουν στο άλλο παιδί ή έφηβο γιατί θέλουν ή δε θέλουν να κάνουν κάτι.
  • Συνεργάζονται, δείχνουν τακτ και συμβιβάζονται με τα άλλα παιδιά ή εφήβους, δείχνοντας τη διάθεση να παραμερίσουν στην άκρη το εγώ τους, προσαρμόζοντας τη συμπεριφορά και τις απόψεις τους ώστε να εξυπηρετούν και τους άλλους. Για παράδειγμα, ένα παιδί με αυτά τα θετικά χαρακτηριστικά όταν μπαίνει σε μια παρέα όπου η κουβέντα έχει ήδη ξεκινήσει, θα ακούσει πρώτα και θα κάνει την παρουσία του αισθητή με διακριτικό τρόπο στην ομάδα πριν μιλήσει, ακόμα κι αν αυτό που θα πει αφορά κάποιο άλλο θέμα.
  • Οι δεξιότητες αυτές είναι απαραίτητες για να ξεκινήσει και διατηρήσει κανείς σχέσεις αλλά και για να επιλύει συγκρούσεις. Αντίθετα, τα παιδιά και οι έφηβοι που απορρίπτονται από τους συνομηλίκους τείνουν είτε προς την επιθετική και αντικοινωνική συμπεριφορά, είτε προς την αποσυρμένη, καταθλιπτική συμπεριφορά. Δεν αφουγκράζονται τους άλλους, έχουν την τάση να μην εξηγούν τους λόγους για τον τρόπο που συμπεριφέρονται, δεν δίνουν θετική ανατροφοδότηση στους συνομηλίκους τους και δυσκολεύονται να συνεργαστούν. Τα αντικοινωνικά παιδιά διακόπτουν τους άλλους, προσπαθούν να επιβληθούν στα άλλα παιδιά και τους επιτίθενται, είτε σωματικά είτε λεκτικά.
  • Τα καταθλιπτικά ή αποσυρμένα παιδιά μπορεί να είναι υπερβολικά συνεσταλμένα, υποτακτικά, αγχώδη και ανεσταλμένα. Η ανταγωνιστικότητα ή η κυριαρχικότητα από μόνες τους δεν είναι απαραίτητα ενδείξεις χαμηλής αποδοχής από τους συνομηλίκους. Στην πραγματικότητα, τα δημοφιλή παιδιά και έφηβοι συνηθίζουν να έχουν χαρακτηριστικά που σχετίζονται τόσο με την ανταγωνιστικότητα, όσο και με τη φιλικότητα

Συνηθισμένα προβλήματα

Τα παιδιά όλων των ηλικιών έχουν την ανάγκη να νιώθουν ότι ταιριάζουν-ότι ανήκουν κάπου. Η ανάγκη κανείς να είναι «ένας της παρέας» γίνεται όμως πιο ισχυρή από οποιαδήποτε άλλη ηλικία, όσο τα παιδιά πλησιάζουν στην εφηβεία.

Τα παιδιά μαθαίνουν να σχετίζονται με τους συνομηλίκους με το να εμπλέκονται σε σχέσεις μαζί τους. Μερικά παιδιά ή έφηβοι έχουν ωστόσο δυσκολία να προσαρμοστούν ή να «ταιριάξουν». Συχνά ξεκινά ένας φαύλος κύκλος, με το παιδί που βιώνει απόρριψη να δέχεται όλο και λιγότερες ευκαιρίες από τους συνομηλίκους για αλληλεπίδραση και συνεπώς, για εκμάθηση νέων δεξιοτήτων.

Η έλλειψη ευκαιριών για συμμετοχή με φυσιολογικό τρόπο σε συνδιαλλαγή με τους συνομηλίκους είναι ένα πρόβλημα, ειδικά για παιδιά που διαφέρουν με κάποιο εμφανή τρόπο, είτε πολιτισμικά, φυλετικά, ή εξαιτίας κάποιου νοητικού ή σωματικού ελλείμματος. Οι γονείς και οι δάσκαλοι πρέπει να φροντίζουν τα ζητήματα αποδοχής από τους συνομηλίκους όσο πιο νωρίς γίνεται, ώστε να αποτρέψουν την απώλεια της αυτοεκτίμησης των παιδιών ή εφήβων.

Είτε δίνουν οι ίδιοι άμεση εκπαίδευση σε κοινωνικές δεξιότητες, είτε απευθύνονται σε ειδικό προκειμένου να το κάνει εκείνος, οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί μπορούν να δημιουργούν ευκαιρίες ώστε τα παιδιά να συμμετέχουν σε μη απειλητική κοινωνική αλληλεπίδραση. Αν και τα μικρότερα παιδιά δεν πρέπει ποτέ να πιέζονται να παίζουν μαζί, μια και κάτι τέτοιο μπορεί να οδηγήσει στην απόρριψη που υποτίθεται πως στοχεύει να διορθώσει, τα δημοφιλή και λιγότερο δημοφιλή παιδιά προσχολικής ηλικίας μπορούν να ενθαρρύνονται να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.

Τα μεγαλύτερα παιδιά πρέπει να έχουν ευκαιρίες να αλληλεπιδρούν σε μικρότερες ομάδες και σε ένας προς έναν καταστάσεις, όπου μπορεί να είναι ευκολότερο να δοκιμάσουν νέες συμπεριφορές και να διορθώσουν λάθη στην κοινωνική τους συμπεριφορά. Τα ντροπαλά και αποσυρμένα παιδιά μπορεί να ενθαρρυνθούν να αναπτύξουν εξωσχολικά ενδιαφέροντα που θα τα βάλουν σε δομημένη επαφή με τους άλλους.

Στο σχολείο, προγράμματα ομαδικής- συνεργατικής μάθησης παρέχουν ευκαιρίες ώστε τα δημοφιλή και μη δημοφιλή παιδιά να δουλέψουν μαζί. Ιδανικά, η συνεργασία θα πρέπει να έχει σα σκοπό να αναδείξει τις δυνατότητες, τα ειδικά ενδιαφέροντα και τα ταλέντα των λιγότερο δημοφιλών παιδιών και όχι τις αδυναμίες τους. Σε κάθε στάδιο και οι μικρότερες αλλαγές στη συμπεριφορά πρέπει να ανταμείβονται με προσοχή και έπαινο.

Οι ανησυχίες των γονιών

Η απόρριψη από τους συνομηλίκους στην παιδική ηλικία και την εφηβεία συνοδεύεται συχνά από σοβαρά συναισθηματικά προβλήματα. Τα παιδιά που απορρίπτονται είναι συνήθως δυσαρεστημένα με τους εαυτούς τους και τις σχέσεις τους. Πολλά από αυτά βιώνουν έντονα συναισθήματα μοναξιάς και κοινωνικής ανεπάρκειας. Τα μη αποδεκτά παιδιά και έφηβοι αναφέρουν επίσης χαμηλή αυτοεκτίμηση και μπορεί να εκδηλώνουν σε μεγαλύτερο ποσοστό κατάθλιψη σε σχέση με τα άλλα παιδιά.

Η απόρριψη από τους συνομηλίκους είναι επίσης προγνωστικός παράγοντας για προβλήματα αργότερα στη ζωή, όπως η διακοπή της φοίτησης στο σχολείο, η νεανική παραβατικότητα και τα προβλήματα ψυχικής υγείας. Ειδικά η διακοπή της σχολικής φοίτησης φαίνεται να αποτελεί μια ιδιαίτερα συχνή έκβαση.

Υπάρχουν διάφοροι λόγοι που εξηγούν γιατί ένα παιδί γίνεται αντιπαθές στους συνομηλίκους. Όταν προσπαθεί κανείς να βρει τρόπους να βοηθήσει αυτά τα παιδιά, πέφτει εύκολα στην παγίδα να σκεφτεί τι είναι εκείνο στη συμπεριφορά τους που ενοχλεί τους άλλους. Κάτι τέτοιο όμως εστιάζει μόνο στην ελάττωση των προβληματικών συμπεριφορών, αλλά τα περισσότερα μη αποδεκτά παιδιά έχουν επίσης έλλειμμα σε σημαντικές κοινωνικές δεξιότητες. Μπορεί να μη συνεργάζονται ή να μην ανταποκρίνονται στους άλλους, ή μπορεί να μη γνωρίζουν πώς να αντιδράσουν σε συγκεκριμένες κοινωνικές καταστάσεις. Το να διδάξει κανείς στο παιδί ή τον έφηβο τη δεξιότητα που λείπει είναι συχνά πολύ πιο αποτελεσματικό στη βελτίωση των σχέσεων με τους συνομηλίκους, από το να προσπαθεί να ελαττώσει την αρνητική συμπεριφορά.

Σπυριδούλα Κώτση
Ψυχίατρος παιδιών και εφήβων
Για την «ΠΑΙΔΟΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ ΣΗΜΕΡΑ»
www.facebook.com/paidopsy.gr