Συγγραφέας: Μαρίνα Βαμβακά Εκδόσεις: Λιβάνης

Η Ελισάβετ, γυναίκα με σθεναρότητα, παρρησία και αυτοπεποίθηση, χειρίστηκε με επίγνωση και κουράγιο το δύσκολο γραμμάτιο της ζωής της. Αναμετρήθηκε θαρρετά με πολλές δοκιμασίες, που άρχισαν το 1922 με το φιρμάνι του Κεμάλ για υποχρεωτική αναχώρηση από την Καππαδοκία. Εγκαταστάθηκε με την οικογένειά της στην Κωνσταντινούπολη, ζώντας πλέον μέσα σε κλίμα τρόμου και καθημερινών επιθέσεων.
Με την ανταλλαγή των ελληνοτουρκικών πληθυσμών το 1924 βρέθηκαν πρόσφυγες στη Θεσσαλονίκη και από εκεί στη Χαλκίδα. Στην καυτή εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ταξίδεψαν στη Θεσσαλία, για να επιζήσουν από την πείνα που μάστιζε τις πόλεις. Οι αγκαλιές των συγγενών άνοιξαν διάπλατα, όμως δυστυχώς από την πόρτα της χαράς πέρασαν στριμωγμένες οι καινούριες δοκιμασίες για την Ελισάβετ. Και τέλος ήρθε η μοναξιά.
Οι φίλοι και οι απόγονοί της σκορπίστηκαν σε τρεις ηπείρους. Η εγγονή της Μαρίνα άνοιξε τις πόρτες της μνήμης των πονεμένων συγγενών της για να αφηγηθούν μετά από τρεις γενιές τη ζωή της.
Η Ελισάβετ αντιμετώπισε κακοτυχίες και αντιξοότητες με πόνο. Η λογική που υπερτερούσε δεν άφηνε τη λύπη να την καταβάλει. Μετέτρεπε τα αγκαθωτά μονοπάτια σε αλέες με ροδόδεντρα, τους χειμάρρους της δυστυχίας σε ποτάμια με κρυσταλλένια νερά για να ξεπλύνουν την αδικία και την ατυχία της. Με πόση αγάπη θυμούνται η κόρη και τα εγγόνια της την άτρωτη μάνα, την καταπληκτική γιαγιά, που σαν μάγος έβγαζε από τις τσέπες της καραμέλες, σοκολάτες ή κάποιο άλλο πολύτιμο δωράκι για να τα χαρίσει στα λατρευτά της εγγονάκια! Και στην ερώτηση των εγγονών της «Γιαγιά, θα μας πεις ιστορίες από την Πόλη;» απαντούσε σιγανά: «Οι αναμνήσεις από την πατρίδα μου με προστάτεψαν να μη χάσω τα λογικά μου». Τότε γέμιζαν με δάκρυα οι σμαραγδένιες λίμνες των ματιών της και σταματούσαν οι ερωτήσεις για να μη γυρνάει το μαχαίρι στην ευαίσθητη καρδιά της. Ο μύθος της ζωής της είχε γίνει εφιάλτης.