Το παιδί με μαθησιακές δυσκολίες

Κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης σε ένα σχολείο, μια μικρή μαθήτρια με πλησίασε και με ρώτησε: «Κυρία, τι πρέπει να κάνουν τα παιδιά που δεν τα καταφέρνουν;»

Φαίνεται πως η μικρή μαθήτρια είχε σχηματίσει την ιδέα πως ανήκε σε μια ξεχωριστή κατηγορία μαθητών, αυτών που «δεν τα καταφέρνουν» και πως έφερε την ευθύνη για την όποια αδυναμία της, πως ήταν στο χέρι της  να τη χειριστεί.

Η αντιμετώπιση των ειδικών μαθησιακών δυσκολιών και των δευτερογενών προβλημάτων που τις συνοδεύουν απαιτεί πρωτίστως τη συνεργασία του γονιού με τους ειδικούς (παιδίατρο- για τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, εκπαιδευτικό, ψυχολόγο, παιδοψυχίατρο, νευρολόγο). Αυτοί θα βοηθήσουν το παιδί να κατανοήσει ποια είναι η πραγματική δυσκολία του (π.χ. διαταραχή της ανάγνωσης και όχι απροσεξία  ή βιασύνη), πώς αντιμετωπίζεται (ειδικές ασκήσεις φωνολογικής ενημερότητας και όχι ανάγνωση ξανά και ξανά) και να αποκτήσει ρεαλιστικές προσδοκίες (η αναγνωστική του ικανότητα ποτέ δε θα γίνει άριστη αλλά θα βελτιωθεί τόσο ώστε να μην του είναι δυσάρεστο να διαβάζει).

Ας μην ξεχνάμε ότι οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες είναι εγγενείς -δε μιλάμε για δυσκολίες που εμφανίζονται μετά από ένα ατύχημα ή σε μια περίοδο με έντονη συναισθηματική φόρτιση π.χ. πένθος. Επομένως το να επιμένουμε ένα παιδί με διαταραχή της ανάγνωσης να διαβάσει «στρωτά» είναι σα να επιμένουμε ένας δεξιόχειρας να γράψει με το αριστερό.

Λόγω αυτής της εγγενούς δυσκολίας (στην ανάγνωση ή στη γραφή ή στην αριθμητική ή στην ορθογραφία ή σε μη λεκτικές ικανότητες), το παιδί με μαθησιακές δυσκολίες ακόμα κι όταν προσπαθεί πολύ, καταφέρνει λίγα. Είναι λογικό λοιπόν να κουράζεται, να απογοητεύεται και τελικά να εγκαταλείπει την προσπάθεια. Νιώθει  ανίκανο και ανεπαρκές και είτε κλείνεται στον εαυτό του είτε γίνεται προκλητικό. Η αντιμετώπιση των δυσκολιών μάθησης τότε δυσχεραίνεται, γιατί ο μαθητής αντιμετωπίζει επιπλέον και συναισθηματικά προβλήματα ή προβλήματα συμπεριφοράς.

Ποιά είναι η διαδικασία για την αντιμετώπιση των δυσκολιών μάθησης;

  • Εφόσον εντοπιστεί δυσκολία, θα πρέπει να ακολουθήσει επίσκεψη σε ψυχολόγο που ειδικεύεται στη διάγνωση μαθησιακών δυσκολιών. Για να τεθεί η διάγνωση απαιτείται μια σειρά συναντήσεων για τη λήψη ιστορικού από τους γονείς, ποιοτικός έλεγχος (δείγμα γραφής, ανάγνωσης κ.λ.π.), συνέντευξη με το παιδί και εκτίμηση των ικανοτήτων του παιδιού με ψυχομετρικά εργαλεία (τεστ).
  • Συχνά η εικόνα που παρουσιάζει το παιδί είναι σύνθετη και απαιτείται παιδοψυχιατρική ή νευρολογική εκτίμηση για να αποκλειστούν τυχόν ψυχιατρικές ή νευρολογικές διαταραχές, στις οποίες θα μπορούσαν να αποδοθούν τα προβλήματα π.χ. μνήμης ή προσοχής του παιδιού. Σε περίπτωση που διαγνωσθούν τέτοιες διαταραχές, με τη θεραπεία τους (φαρμακευτική συνήθως) υποχωρούν συνήθως και τα προβλήματα π.χ. στη μνήμη.
  • Αν δεν υπάρχουν τέτοιες διαταραχές και οι δυσκολίες του παιδιού δε μπορούν να αποδοθούν σε νοητική υστέρηση (οπότε και παραπέμπεται για ειδική εκπαίδευση), σε μειωμένες ευκαιρίες μάθησης ή σε κάποιον άλλο εξωτερικό παράγοντα, κάνουμε λόγο για ειδικές μαθησιακές δυσκολίες. Ο ψυχολόγος σε συνεργασία με τον εκπαιδευτικό καταρτίζει ένα πρόγραμμα αποκατάστασης, όπου με ασκήσεις που ανταποκρίνονται στο γνωστικό προφίλ του παιδιού (στον τρόπο που μαθαίνει καλύτερα), εξασκείται η ικανότητα που παρουσιάζεται μειωμένη.  Ειδικά προγράμματα αποκατάστασης μπορεί να φανούν χρήσιμα και σε παιδιά με νευρολογικά προβλήματα.
  • Μέσα από τη συμβουλευτική γονέων, ο γονιός μπορεί να διαχειριστεί το άγχος του για την εξέλιξη του παιδιού και έχει τη δυνατότητα να βρει λύσεις για να χειριστεί τα διάφορα προβλήματα που δημιουργούνται κατά την αλληλεπίδραση με το παιδί του.
  • Η ατομική ψυχοθεραπεία του παιδιού ενδείκνυται σε πολλές περιπτώσεις μαθησιακών δυσκολιών, ειδικά όταν το πρόβλημα έχει χρονίσει. Βοηθά το παιδί να ξεπεράσει τα αισθήματα μειονεξίας και να αναδομήσει την ταυτότητά του.

Πώς μπορεί ο γονιός άμεσα να βοηθήσει το παιδί του με μαθησιακές δυσκολίες;

  • Καλό θα είναι να επισκέπτεστε τακτικά το σχολείο και να συζητάτε με τον εκπαιδευτικό. Ως γονιός ξέρετε καλύτερα το παιδί σας και μπορείτε να βοηθήσετε τον εκπαιδευτικό να κατανοήσει περισσότερο τη συμπεριφορά του. Ο εκπαιδευτικός από την άλλη, έχει τις γνώσεις και την εμπειρία από το παιδί μέσα στη τάξη για να το βοηθήσει ουσιαστικά.
  • Προτιμότερο είναι να εστιάσετε στο ρόλο σας ως γονιού και να μην προσπαθήσετε να υποκαταστήσετε τους ειδικούς, όποια κι αν είναι η κατάρτισή σας. Το παιδί έχει ανάγκη από τον εκπαιδευτικό στο σχολείο και από το γονιό στο σπίτι.
  • Η συζήτηση με το ίδιο το παιδί συχνά βοηθάει να καταλάβετε το μέγεθος του προβλήματος. Αν δεν είστε πολύ πιεστικοί με το παιδί, είναι πιθανό να σας εκφράσει πώς αισθάνεται π.χ. για τα άσχημα γράμματα που κάνει. Είναι γι’ αυτό πρόβλημα; Έχει αντίκτυπο στη ζωή του μέσα στην τάξη; Ντρέπεται πολύ;
  • Συχνά είναι ανακουφιστικό για το παιδί να μάθει για τις δικές σας δυσκολίες. Τότε μπορεί να δικαιολογήσει και τον εαυτό του για τις αδυναμίες του. Μιλήστε του για τις δυσκολίες σας ως παιδί αλλά και για τις σημερινές και για το πώς τις αντιμετωπίζετε. Η συζήτηση αυτή θα κάνει καλό και στους δυο σας.
  • Η ενοχή δεν ωφελεί. Μη σκέφτεστε ότι «κληροδοτήσατε» το μαθησιακό σας πρόβλημα στο παιδί σας ή ότι έπρεπε να το είχατε αντιληφθεί νωρίτερα. Μια ενοχική στάση, κάνει το πρόβλημα να φαίνεται μεγαλύτερο από ότι πραγματικά είναι. Επιπλέον το παιδί μαθαίνει να είναι απαιτητικό και αυστηρό με τον εαυτό του. Μια τέτοια στάση δεν ευνοεί κανένα παιδί πόσο μάλλον ένα παιδί που αντιμετωπίζει δυσκολίες.
  • Μη συγκρίνετε το παιδί σας με άλλα παιδιά και μη ντρέπεστε για τις αδυναμίες του. Θα είναι δύσκολο να το βοηθήσετε να τις αποδεχτεί αν πρώτα δεν τις δεχτείτε οι ίδιοι.

Είναι αλήθεια ότι η έρευνα γύρω από την εκπαίδευση έχει εστιάσει στις δυσκολίες των παιδιών και την αντιμετώπισή τους. Καλό θα είναι οι ειδικοί πρωτίστως και έπειτα οι γονείς να στραφούμε προς τον εντοπισμό των δυνατών σημείων των παιδιών.

Για την εκπαίδευση των παιδιών απαιτείται εντοπισμός των αδυναμιών και προσπάθεια για αποκατάσταση αλλά παράλληλα και εντοπισμός των κλίσεων και των ταλέντων τους. Μέσα από κατάλληλα προγράμματα επαγγελματικού προσανατολισμού μπορούμε έπειτα να στρέψουμε τα παιδιά σε επιτυχείς επαγγελματικές σταδιοδρομίες. Αν αλλάξουμε λίγο την οπτική μας ίσως τα παιδιά πάψουν να αναρωτιούνται με παράπονο γιατί δεν τα καταφέρνουν και ανακαλύψουν ότι υπάρχουν κάποιοι τομείς όπου τα καταφέρνουν περίφημα!

Ελένη Καρακωνσταντάκη
Ψυχολόγος