Η καθιέρωση της δημιουργικής και κριτικής σκέψης στο σύγχρονο σχολείο

Εργασία στο μάθημα ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ στο Παιδαγωγικό Τμήμα Εκπαίδευσης

Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

Πιο κάτω παραθέτουμε τα κυριότερα συμπεράσματα από τη μελέτη μας στο θέμα της δημιουργικής και κριτικής σκέψης. Από την έρευνά μας έχουμε διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει εξαιρετικά υψηλή θετική συνάφεια μεταξύ του βαθμού νοημοσύνης των παιδιών και της δημιουργικότητας. Παρουσιάζονται περιπτώσεις όπου:

  • η επίδοση των παιδιών είναι υψηλή και στους δύο τομείς (δηλ. είναι έξυπνα και συγχρόνως δημιουργικά)
  • η επίδοση των παιδιών είναι μέτρια και στους δύο τομείς, και τέλος
  • υπάρχουν παιδιά με ετερόλογη επίδοση και στους δύο τομείς

Συμπερασματικά, ένας υψηλός δείκτης νοημοσύνης δεν εγγυάται ένα υψηλό βαθμό δημιουργικότητας.

Έχει παρατηρηθεί ότι πολλές φορές στο σχολείο το παιδί που συνήθως παραμελείτε από το δάσκαλο και τον περίγυρό του, είναι αυτό το οποίο δεν έχει υψηλό νοητικό πηλίκο.

Το παιδί αυτό, όπως και τα υπόλοιπα, εκλύει μέσα του μεγάλα αποθέματα εφευρετικότητας και πρωτοτυπίας, που με την κατάλληλη διαπαιδαγώγηση θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα δυναμικά παραγωγικό-δημιουργικό άτομο.

Ενώ, λοιπόν, είναι μία αξιόλογη σημαντική εξαίρεση κι έτσι θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται από το σχολείο, επειδή η επίδοσή του στα μαθήματα δεν είναι άριστη, προσπαθεί μέσω άλλων τρόπων – πολλές φορές με προβληματική συμπεριφορά – να προσελκύσει το ενδιαφέρον και την προσοχή των άλλων. Ο μαθητής αυτός, για να αξιοποιήσει το ειδικό του ταλέντο, χρήζει ιδιαίτερης μεταχείρισης και καθοδήγησης εκ μέρους του σχολείου και των γονέων.

Επίσης, έχει διαπιστωθεί ότι, όταν χρησιμοποιούμε ως μοναδικό κριτήριο για την επιλογή ευφυών την επίδοση μόνο στις κλίμακες νοημοσύνης, τότε χάνουμε τα 2\3 των δημιουργικών ατόμων. Για να εξασφαλίσουμε μία αποτελεσματικότερη αξιολόγηση του πνευματικού δυναμικού του παιδιού, θα πρέπει να χορηγούμε, παράλληλα με τις κλίμακες γενικής νοημοσύνης και ειδικές κλίμακες δημιουργικής ικανότητας.

Έρευνα πάνω στη δημιουργικότητα δείχνει ότι τα παιδιά φθάνουν στην κορυφή της καλλιτεχνικής τους λειτουργικότητας κατά τη διάρκεια της πρώιμης παιδικής ηλικίας. Ο Torrance σχεδιάζει το βαθμό της δημιουργικής λειτουργικότητας σε σχέση με την ηλικία. Η δημιουργία κορυφώνεται γύρω στα 4 – 4,5 χρόνια της ηλικίας ενός παιδιού και ακολουθείται από μία κάθετη πτώση με την είσοδο του παιδιού στο δημοτικό. Ίσως, η πίεση για προσαρμογή και υπευθυνότητα για τα μαθήματα στο δημοτικό σχολείο, ευθύνονται για αυτή την πτώση. Το παιδί έπειτα από 2 – 3 χρόνια φοίτησης στο σχολείο, συνειδητοποιεί -και τελικά υιοθετεί- τους συγκλίνοντες, συχνά μονόσημους, αυτούς τρόπους συμπεριφοράς, πράγμα που επηρεάζει αρνητικά και κάθε διάθεση για δημιουργική παραγωγή.

Εμπόδια στην ανάπτυξη της δημιουργικής σκέψης είναι, κυρίως:

  • Η έλλειψη αγάπης και ψυχικής ασφάλειας, η αυταρχική συμπεριφορά και η έλλειψη ελευθερίας
  • Η «παπαγαλία» στο σχολείο, χωρίς να αναπτύσσεται η κριτική σκέψη των μαθητών, κάτι που καθορίζει τη νέα προοπτική της εκπαίδευσης
  • Το άγχος μήπως κάνουμε λάθος και οι συνεχείς επικρίσεις
  • Η υπερβολική έμφαση στο συναγωνισμό ή στη συνεργασία
  • Η έλλειψη εμπιστοσύνης στον εαυτό μας και στις δημιουργικές μας δυνάμεις
  • Η απόλυτη εμπιστοσύνη στη λογική
  • Η τελειομανία και η τυφλή παραδοχή του αλάθητου των ανωτέρων
  • Η απροθυμία να επιμείνουμε στην παραγωγή μεγάλου αριθμού λύσεων σε κάθε πρόβλημα
  • Η αρνητική στάση, η επιφυλακτικότητα και η επιδίωξη του ασφαλούς, του σίγουρου

Μολονότι όλα τα παιδιά είναι ικανά να δημιουργήσουν, η δυνατότητα αυτή παραμένει ανενεργή, όταν δεν υπάρχει η κατάλληλη εξάσκηση που θα την αναγκάσει να εκδηλωθεί.

Με την εξάσκηση και την αγωγή, η δυνατότητα για δημιουργία γίνεται πραγματικότητα.

Το δικό μας συμπέρασμα, έπειτα από τα όσα αναφέραμε, είναι πως, πολλά από τα σχολεία σήμερα που θεωρούνται σύγχρονα, εξακολουθούν να παραμερίζουν ή να καταπνίγουν τη δημιουργική ικανότητα και σκέψη των παιδιών. Εξακολουθούν να συντηρούν το παραδοσιακό αυταρχικό σύστημα και πολλές φορές δεν ασκούν σωστό και δημιουργικό έργο.

Το σημερινό σχολείο, λοιπόν, πρέπει αν δε μπορεί να προάγει, τουλάχιστον να μη φθείρει τη δημιουργικότητα των παιδιών. Το σχολείο πρέπει να ενθαρρύνει κάθε καινοτομία και πειραματισμό των παιδιών, να ελευθερώνει την ατομική νοημοσύνη τους, να προκαλεί γνώμες, εισηγήσεις και διερευνήσεις λύσεων σε προβλήματα που απασχολούν τον άνθρωπο.

«Η δημιουργική φαντασία απαιτεί θετική διάθεση, χρειάζεται δηλαδή να υπάρχουν ελπίδα, ενθουσιασμός, αυτοπεποίθηση και ενθάρρυνση από τα προσφιλή άτομα». Ο μαθητής δεν πρέπει να βρίσκεται κάτω από το άγχος της βαθμολογίας και της κριτικής του δασκάλου, αλλά να μπορεί ελεύθερα να εκφράζει κάθε αποκλίνουσα σκέψη ή δεξιότητα. Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον που θα δίνει εμπιστοσύνη και εκτίμηση σε κάθε του προσπάθεια θα μπορέσει να εκδηλώσει όλες τις πτυχές της δημιουργικότητάς του.

Ένα τέτοιο ιδανικό πρότυπο σχολείου, προϋποθέτει παράλληλα, έναν εκπαιδευτικό που θα πάψει να λειτουργεί ως προμηθευτής γνώσεων, που θα ενεργοποιεί τους μαθητές, θα καλλιεργεί την αντιληπτική τους εγρήγορση, που θα συντονίζει τη διαδικασία της γνώσης, έναν εκπαιδευτικό που θα μπορεί να βλέπει με τα μάτια των μαθητών του και που θα επιτρέπει στους μαθητές να έχουν «ελεύθερα χέρια, πόδια, μάτια, αυτιά, λάρυγγα». Έναν εκπαιδευτικό που θα ενισχύει την ικανότητα των μαθητών να ερευνούν, να βρίσκουν πληροφορίες, να λύνουν προβλήματα, να παίρνουν αποφάσεις, να στοχάζονται κριτικά, να συνεργάζονται και να προχωρούν σε δημιουργικές συνθέσεις. Έναν εκπαιδευτικό που θα είναι «επαρκώς καλός» και θα μπορεί «να μοιράζεται με το μαθητή το επικοινωνιακό παιχνίδι της μάθησης» (Ναυρίδης, 1997). Έναν εκπαιδευτικό, τέλος, που θα είναι ο ίδιος αναστοχαστικός δάσκαλος, έτοιμος να ερευνήσει, να δοκιμάσει και να δοκιμαστεί σε νέες ιδέες, αντιλήψεις και πρακτικές.

Το κλειστό σχολείο ασφυκτιά και κάποιοι έχουν γνωματεύσει ότι έχει ήδη πεθάνει. Το μέλλον ανήκει στο Σχολείο που παραμένει ανοιχτό σε όλες τις καινούριες ιδέες – προκλήσεις. Στο Σχολείο που καλλιεργεί την κριτική σκέψη που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη συνεργατική μάθηση, χωρίς την οποία η μάθηση είναι απλά ψευτομάθηση.

Ξένες Γλώσσες
Βασσάλου – Τσακαλάκη Εύα
www.vassalou.com
[email protected]