Αφήγηση ιστοριών: Επικοινωνία, Φαντασία, Γνώση
Η αφήγηση ιστοριών αποτελεί μια ευχάριστη εμπειρία για τα παιδιά και μια πολύτιμη στιγμή για τη σχέση τους με τους γονείς τους. Κατά την ανάγνωση-αφήγηση ιστοριών, τα παιδιά, αυθόρμητα αντιδρούν, εκφράζουν συναίσθημα, κάνουν ερωτήσεις, συχνά λένε δικές τους εκδοχές για τα όσα συμβαίνουν και ακόμη μπορεί να κάνουν αναφορές στον εαυτό τους ή σε οικείους τους. Παρ’ ότι πρόκειται για μια δραστηριότητα που σκοπό έχει τη χαλάρωση και την ευχαρίστηση, αποτελεί μια καταπληκτική ευκαιρία για τα παιδιά, να σκεφτούν, να παρατηρήσουν, να βγάλουν συμπεράσματα και να επικοινωνήσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους.
Υπάρχουν ωστόσο παιδιά που δεν αντιδρούν με τον ίδιο τρόπο. Ο προβληματισμός για την ιστορία, οι συσχετίσεις, η εκδήλωση συγκινήσεων, η εξαγωγή συμπερασμάτων, δε γίνονται αυθόρμητα. Κάποια παιδιά μπορεί να ξεφυλλίζουν απλώς τις σελίδες, άλλα να κοιτούν τις εικόνες χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι αποτελούν μέρος μιας λογικής σειράς. Άλλοτε εστιάζουν σε μια λεπτομέρεια και χάνουν το νόημα της ιστορίας, ή δυσκολεύονται να συνθέσουν τις πληροφορίες για να την ξαναπούν.
Μια τεχνική για την αφήγηση
Είναι καλό οι γονείς να πλουτίζουν την αφήγησή τους κάνοντάς την πιο διαδραστική, δίνοντας και στο παιδί την ευκαιρία να συμμετέχει και δημιουργώντας ευκαιρίες για συζήτηση. Παρακάτω παρουσιάζονται τα βήματα για μια πιο ζωντανή αφήγηση:
Επιλέγουμε ένα βιβλίο με ωραίες εικόνες και μικρό κείμενο (για να μπορούν να επεξεργαστούν πιο εύκολα τη λεκτική πληροφορία αλλά και να μη χάσουν το ενδιαφέρον τους ειδικά αν είναι μικρά).
Πριν διαβάσουμε την ιστορία, διαβάζουμε τον τίτλο και κοιτάμε το εξώφυλλο και ζητάμε από τα παιδιά να σκεφτούν τι μπορεί να λέει αυτή η ιστορία. Έτσι, τα παροτρύνουμε να βάλουν μια βάση πάνω στην οποία θα επεξεργαστούν λογικά την ιστορία (έγινε αυτό που σκέφτηκαν; ή η ιστορία αφορούσε κάτι παρόμοιο, ή μήπως κάτι τελείως διαφορετικό;) Πάνω απ’ όλα όμως, εξάπτουμε την περιέργειά τους για να παρακολουθήσουν με ενδιαφέρον την ιστορία.
Διαβάζουμε και την περίληψη αν υπάρχει. Είναι σημαντικό να μάθουν πως άλλοτε λέμε τα πράγματα αναλυτικά και άλλοτε συμπυκνώνουμε τις σημαντικές πληροφορίες, ώστε να μπορεί κάποιος να πάρει μια ιδέα του τι έχει συμβεί.
Διαβάζουμε το κείμενο αργά και καθαρά, δείχνοντας τις εικόνες καθώς μιλάμε. Χρωματίζουμε τη φωνή μας ώστε να εκφράζει συναίσθημα και αλλάζουμε τόνο ανάλογα με το ποιος μιλάει.
Δίνουμε τη δυνατότητα στο παιδί να δει τις εικόνες. Πού και πού κάνουμε μια ερώτηση για να συνδέσουμε κείμενο και εικόνα: «Βλέπεις τη φωλιά της αλεπούς;»
Αν το παιδί είναι σε θέση να διαβάζει, το αφήνουμε να διαβάσει μικρούς διαλόγους ή κόβουμε την αφήγησή μας ώστε να συμπληρώσει εκείνο, διαβάζοντας τη λέξη που ακολουθεί.
Αν συναντήσουμε άγνωστες λέξεις και μεταφορικές εκφράσεις, τις εξηγούμε στο παιδί. Δίνουμε έμφαση στο μεταφορικό λόγο, γιατί είναι πιο αφηρημένος και δυσκολεύει τα παιδιά αλλά και γιατί είναι πάρα πολύ σημαντικός αφού ανάγεται στον συμβολισμό.
Προς το τέλος ή σε κάποιο κρίσιμο σημείο, μπορούμε να του ζητήσουμε να προβλέψει τι θα συμβεί. Έτσι, θα χρειαστεί να συνθέσει τις ως τώρα πληροφορίες για να φτάσει σε ένα λογικό συμπέρασμα πχ «Τι λες να γίνει με το σπιτάκι από τούβλα; Θα καταφέρει να το χαλάσει ο λύκος;»
Σε άλλες περιπτώσεις, μπορούμε να ζητήσουμε από το παιδί να μαντέψει τι έχει γίνει. Να δώσει δηλαδή εναλλακτικές εκδοχές του τι θα μπορούσε να έχει συμβεί πχ «Κοίτα, αυτό το κορίτσι κλαίει. Τι λες να συμβαίνει;» (χάλασε το παιχνίδι της, πονάει το πόδι της, χάθηκε κτλ.)
Τελειώνοντας το παραμύθι, προσπαθούμε να κάνουμε μια σύνθεση των όσων είπαμε: «Τέλειωσε λοιπόν κι αυτή η ιστορία που μιλούσε για έναν λαγό και μια χελώνα που έκαναν αγώνα δρόμου». Μπορούμε να ζητήσουμε από το παιδί να συμπληρώσει τα λόγια μας, να ονομάσει το ίδιο το βασικό θέμα του βιβλίου.
Αν υπάρχει ηθικό δίδαγμα, το βοηθάμε να το κατανοήσει και να το πει ή το λέμε εμείς.
Το ρωτάμε αν του άρεσε η ιστορία, τι του άρεσε περισσότερο και γιατί. Μιλάμε κι εμείς γι’ αυτά που μας άρεσαν.
Πού χρειάζεται προσοχή
Όταν αφηγείστε, δώστε έμφαση στη σχέση με το παιδί. Δεν έχει νόημα να αφηγείστε και εκείνο να κοιτά αλλού ή να μη συμμετέχει. Αν κάτι τέτοιο συμβαίνει, απλά αναβάλλετε τη δραστηριότητα.
Την ώρα της αφήγησης, οι εικόνες και τα λόγια έχουν εξίσου σημασία. Μην αφήνετε το παιδί να ξεφυλλίζει για να δει παρακάτω πριν τελειώσετε, μην επιτρέπετε διακοπές χωρίς λόγο. Αν τέτοιες συμπεριφορές συμβαίνουν, αναθεωρήστε την τεχνική σας στην αφήγηση (μήπως οι ερωτήσεις είναι επίμονες, ο ρυθμός υπερβολικά αργός, οι πληροφορίες σύνθετες), ή δοκιμάστε με μια άλλη ιστορία. Αν οι δυσκολίες επιμένουν, πιθανά υπάρχουν προβλήματα στη συγκέντρωση ή στην επικοινωνία, οπότε προσπαθήστε ξανά, ήπια, με δελεαστικές ιστορίες, μικρότερης διάρκειας.
Παρατηρείστε τις απαντήσεις που σας δίνει το παιδί όταν κάνετε ερωτήσεις. Μας προβληματίζει, αν το παιδί απαντά, αγνοώντας βασικά στοιχεία που φαίνονται στην εικόνα πχ. αν στην εικόνα ένα κορίτσι κάθεται στο κρεβάτι και κλαίει και το παιδί απαντήσει ότι κλαίει γιατί χάθηκε στο δάσος ή αν η απαντήσεις είναι υπερβολικά συγκεκριμένες και επιμένουν σ’ αυτές χωρίς παρέκκλιση πχ «αφού κάθεται στο κρεβάτι και κλαίει, κλαίει γιατί το στρώμα είναι σκληρό». Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ανακατευθύνουμε την προσοχή του στα σημαντικά στοιχεία και του εξηγούμε πώς φτάνουμε σ΄ ένα λογικό συμπέρασμα.
Επιμείνετε στο να απαντά σε ότι το ρωτάτε. Επαναφέρετέ το, αν μιλώντας για ένα θέμα «πεταχτεί» σε ένα άλλο και αν αναφέρει υπερβολικές λεπτομέρειες. Διακόψτε το, αν αντί για απάντηση αρχίσει να λέει όλη την ιστορία. Έτσι, θα το βοηθήσετε να μάθει να ξεχωρίζει το σημαντικό από το ασήμαντο και να απαντά εντός θέματος.
Και τέλος…
Επιλέξτε για την αφήγηση, ώρες που τα παιδιά είναι ξεκούραστα, σε εκγρήγορση, για να μπορούν να σκεφτούν. Η ώρα του ύπνου δεν προσφέρεται για τέτοιου είδους δουλειά, η αφήγηση εκείνη την ώρα πρέπει να είναι πιο χαλαρή, χωρίς τόσες απαιτήσεις.
Μην ξεχνάτε ότι είναι μεν καλό να δίνουμε ερεθίσματα στα παιδιά, και να μεταφέρουμε γνώσεις βιωματικά, με τρόπο διασκεδαστικό αλλά υπάρχει πάντα ανάγκη για το παιδί να έχει το δικό του χρόνο για να τον αξιοποιήσει όπως επιθυμεί. Έτσι και με το βιβλίο, αφήστε του περιθώριο να το απολαύσει και με το δικό του τρόπο.
Ελένη Καρακωνσταντάκη
Ψυχολόγος