Αποχαιρετώντας τον πελαργό
H σύγχρονη παιδαγωγική προβλέπει την αντιμετώπιση των μικρών παιδιών ως ισότιμων ατόμων, με δικαίωμα στην ενημέρωση για όσα συμβαίνουν ή προγραμματίζεται να συμβούν στο περιβάλλον τους. Έτσι, αποφάσεις της οικογένειας που παραδοσιακά λαμβάνονταν από τους γονείς, όπως ο προγραμματισμός μιας εγκυμοσύνης, σήμερα θεωρείται καλό να ανακοινώνονται στα παιδιά και να συζητούνται μαζί τους.
Πράγματι, ο ερχομός ενός μικρού αδερφού στην οικογένεια είναι γεγονός που επηρεάζει έντονα τη ζωή του πρωτότοκου παιδιού, ανεξάρτητα από την ηλικία του. Το παιδί καλείται να μοιραστεί το χρόνο των γονιών και την προσοχή τους, τον προσωπικό του χώρο και τα προσωπικά του αντικείμενα και το σημαντικότερο, να πάρει το ρόλο του μεγάλου, του υπεύθυνου αδερφού. Επιπλέον, οι αλλαγές στο σώμα της μητέρας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και τυχόν αλλαγές στη συμπεριφορά του ζευγαριού δεν περνούν απαρατήρητες. Λειτουργούν ως σημαίνοντα που καταγράφονται από το παιδί και είναι πιθανό να παρερμηνευθούν δημιουργώντας του ανησυχία ή σύγχυση.
Το ζευγάρι που έχει ήδη ένα παιδί -ή περισσότερα- και σχεδιάζει να φέρει στον κόσμο ένα άλλο, καλό είναι να διερευνήσει πρωτύτερα τις στάσεις του παιδιού για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Το ερώτημα: «θα ήθελες να έχεις ένα αδερφάκι;» θα πρέπει να ακολουθήσει μια ρεαλιστική περιγραφή του τι συνεπάγεται η γέννηση ενός μωρού. Το μεγαλύτερο παιδί θα πρέπει να ενημερωθεί όχι μόνο για τα θετικά της συμβίωσης με ένα μικρότερο αδερφάκι αλλά και για την πιθανότητα μετακόμισης σε μεγαλύτερο σπίτι ή αλλαγής της διαρρύθμισης του παιδικού δωματίου.
Καλό είναι οι γονείς να προτρέπουν το παιδί να συμμετάσχει στις προετοιμασίες π.χ. ξεχωρίζοντας τα παιχνίδια που είναι κατάλληλα για βρέφη από αυτά που μπορεί να παίζει το ίδιο. Ο γονιός μπορεί να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να μιλήσει στο παιδί για τη δική του βρεφική ηλικία, δείχνοντάς του φωτογραφίες ή βλέποντας μαζί του βιντεοσκοπημένες ταινίες των πρώτων του γενεθλίων ή της βάφτισης. Μ’ αυτόν τον τρόπο το παιδί αποκτά μια αίσθηση «συνέχειας», αντιλαμβάνεται δηλαδή ότι η βρεφική του ηλικία πέρασε, έδωσε τη θέση της σε μια νέα εποχή αλλά το ίδιο, παρότι αλλάζει, παραμένει για τους γονείς εξίσου σημαντικό. Το γεγονός ότι οι γονείς του ζητούν να χρησιμοποιήσει τις δεξιότητες που έχει κατακτήσει για να συμμετάσχει ενεργά στην οικογενειακή ζωή επιβεβαιώνει την αξία του να είναι κανείς «αυτοδύναμος», να μην είναι δηλαδή μωρό.
Συχνά, τα μεγαλύτερα παιδιά, εκφράζουν την ανασφάλεια τους μέσα από ερωτήσεις όπως: «Γιατί θέλετε να κάνετε ένα αδερφάκι;» Στην ουσία αναρωτιούνται: «Δεν είμαι αρκετός; Δε με θέλουν πια;» Οι γονείς μπορούν να απαντήσουν με ειλικρίνεια και τρυφερότητα σ’ αυτήν την ερώτηση. Καλό είναι να εκφράσουν την επιθυμία τους για άλλο ένα παιδί και να μην την κρύψουν προσπαθώντας να πείσουν το παιδί ότι κάνουν ένα δεύτερο παιδί για το δικό του καλό π.χ. για να μην είναι μόνο του. Δεν είναι κακό να κατανοήσει το παιδί ότι οι γονείς του έχουν μια ιδιωτική ζωή, ότι υπάρχουν ως ζευγάρι, πέρα από το ίδιο. Μπορούν να εξηγήσουν στο παιδί ότι όταν παντρεύτηκαν φαντάστηκαν μια μεγάλη οικογένεια ή ότι αγαπούν πολύ τα παιδιά και θέλουν να κάνουν πολλά. Είναι πολύ σημαντικό όμως να του τονίσουν ότι αυτό ποτέ δε θα χάσει τη θέση του στην οικογένεια, ότι προήλθε από την αγάπη της μαμάς και του μπαμπά και γι’ αυτό είναι ξεχωριστό.
Καθώς η εγκυμοσύνη προχωρά, το παιδί μπορεί να ρωτήσει πράγματα όπως: «Γιατί μεγαλώνει η κοιλιά της μαμάς;» ή «Πώς μπήκε το μωρό μας στην κοιλιά της μαμάς;» Καλό είναι οι γονείς να απαντούν στην περιέργεια του παιδιού, λέγοντάς του με απλό τρόπο την αλήθεια. Οι πληροφορίες που δίνονται στο παιδί θα πρέπει να απαντούν στις ερωτήσεις του. Δεν υπάρχει λόγος να προτρέχουν οι γονείς απαντώντας σε απορίες που υποθέτουν ότι θα έχει το παιδί γιατί μπορεί το ίδιο να μην είναι έτοιμο να επεξεργαστεί αυτές τις πληροφορίες. Απαντώντας λοιπόν στις ερωτήσεις του παιδιού ενδείκνυται να ξεκινούν εκφέροντας μια γενική αλήθεια και να γίνονται πιο συγκεκριμένοι, όσο πιο συγκεκριμένα είναι και τα ερωτήματα των παιδιών. Μια γενική αλήθεια λοιπόν θα μπορούσε να είναι η εξής: «Ένα μωρό δημιουργείται από το σώμα της μαμάς και του μπαμπά.
Ανακατεύεται υλικό και από τους δύο, γι’ αυτό το μωρό παίρνει χαρακτηριστικά και από τους δύο. Το μωρό μεγαλώνει μέσα στη μήτρα της μαμάς για 9 μήνες, όταν έχει πια σχηματιστεί αρκετά για να μπορεί να βγει στον έξω κόσμο και να συνεχίσει να μεγαλώνει ανάμεσά μας». Οι ενήλικοι γνωρίζουν ότι η παραπάνω γενική αλήθεια δεν παρουσιάζει ουσιαστικές λεπτομέρειες και συχνές εξαιρέσεις, στις οποίες μπορούν να αναφερθούν με απλότητα και ειλικρίνεια εφόσον το παιδί τους το ζητήσει ή αν κρίνουν ότι η ηλικία του το απαιτεί.
Μετά τη γέννηση του μωρού, αισθήματα ζήλιας μπορεί να δημιουργηθούν στο παιδί, εξαιτίας της φροντίδας του μωρού από τους γονείς. Το παιδί παρατηρεί τις συμπεριφορές των γονέων και αναγνωρίζει την ανησυχία τους για το μωρό και τη διαθεσιμότητα τους γι’ αυτό. Νιώθει παραγκωνισμένο και σε πολλές περιπτώσεις περνά, εκ των πραγμάτων, σε δεύτερη μοίρα. Το χειρότερο είναι πως πολλές από τις συνήθεις συμπεριφορές του οι οποίες ήταν παλιότερα αποδεκτές και τραβούσαν την προσοχή των ενηλίκων π.χ. το να μιλάει δυνατά, τώρα σχολιάζονται αρνητικά, γιατί «απειλούν» το μωρό. Έχει μεγάλη σημασία να εξηγηθεί στο παιδί ότι για αρκετό καιρό το μωρό είναι πολύ ευαίσθητο και γι’ αυτό θα πρέπει όλοι να είναι πολύ προσεκτικοί σε κάθε επαφή μαζί του. Πρέπει να τονιστεί ότι αυτό ισχύει για όλα τα μωρά και κάποτε ίσχυε και για το ίδιο. Το μεγαλύτερο παιδί, μ’ αυτόν τον τρόπο μετατρέπεται σε συνεργάτη με αρμοδιότητες και υπευθυνότητες κι έτσι, κατορθώνει να επαναπροσδιορίσει το ρόλο του μέσα στο σπίτι.
Φυσικά, δεν είναι λογικό να περιμένει κανείς από ένα παιδί να συμπεριφέρεται σαν ενήλικας. Ο γονιός δε θα πρέπει να ξεχνά ότι ο έπαινος, το χάδι, το χαμόγελο είναι απαραίτητα σε κάθε ηλικία. Για να μη διαταραχθεί η σχέση του γονιού με το παιδί, θα πρέπει να επιδιώκει να συζητάει μαζί του για τις ανησυχίες του, να μπορεί να ακούσει τα παράπονά του, να δείχνει ότι κατανοεί τις δυσκολίες του παιδιού αλλά κυρίως να μη διστάζει να εκφράζει την αγάπη του.
Αδιαμφισβήτητα, ο ερχομός ενός νέου παιδιού στην οικογένεια, αποτελεί για το μεγαλύτερο παιδί μια περίοδο κρίσης. Όπως κάθε περίοδος κρίσης, μπορεί να είναι ωφέλιμη για το παιδί. Αν οι γονείς «ακούσουν» την ανάγκη του παιδιού τους για αποδοχή και ανταποκριθούν σε αυτή, θέτοντας όρια και αναθέτοντας υπευθυνότητες, θα βοηθήσουν το παιδί τους να αισθανθεί δυνατό, χρήσιμο, άξιο και θα μειώσουν τα αισθήματα ανταγωνισμού. Μ’ αυτόν τον τρόπο «χτίζουν» μια καλή σχέση μεταξύ αδερφών αλλά και μια υγιή προσωπικότητα.
Ελένη Καρακωνσταντάκη
Ψυχολόγος